Ο Αγιος Χριστοφόρος Παπουλάκος και η μάγισσα

Στὸ Γεωργίτσι τῆς Μάνης, περὶ τὸ 1850 ἦταν μιὰ διάσημη μάγισσα. Ἦταν πληγὴ τῆς περιοχῆς.
Τὴν ἔτρεμαν οἱ πάντες. Κάποτε ὅμως, τὴν συνάντησε ὁ ἅγιος μοναχὸς καὶ ἱεροκήρυκας Χριστόφορος Παπουλάκος. Τῆς ἐπετέθει μὲ τὴν μαγκούρα του καὶ τὴν τσάκισε στὸ ξύλο.
Ἔκθαμβοι οἱ Μανιάτες κοίταζαν τὸν Γέροντα:
«Τί μὲ κοιτάζετε;» τοὺς λέει «καὶ γιατί τὴν φοβόσαστε αὐτή την βρωμογυναίκα;
Νὰ σᾶς τὸ πῶ ἐγώ. Φοβᾶσθε διότι λιγόστεψε ἡ πίστη σας καὶ παρατήσατε τὸν δρόμο τοῦ Χριστοῦ.
Διατὶ τάχα δὲν τὴν φοβοῦμαι ἐγώ; Οὔτε πιὸ γερὸς ἀπὸ σᾶς εἶμαι οὔτε πιὸ νέος.
Δὲν εἶναι τὸ μυαλὸ καὶ τὰ χέρια, ποὺ μοῦ ἔδωσαν τὴν δύναμη νὰ χτυπήσω μὲ τοῦτο τὸ ραβδὶ κατακέφαλα τὸν σατανᾶ τὴν ὥρα ποὺ ἔκανε τὰ μάγια του, ἀλλ’ ὁ Χριστός.
Μονάχα ὅταν γυρίσετε στὸν Χριστὸ θὰ σπάσετε τὶς δαιμονικὲς κλωστές, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ μάγισσες κυκλώνουν τὰ σπίτια σας καὶ δένουν τοὺς ἄνδρες σας καὶ βασκαίνουν τὰ παιδιά σας.
Ὅμως τὰ μάγια της καὶ οἱ δαίμονες, ποὺ τὴν βοηθοῦν, στάθηκαν ἀνήμποροι νὰ τὴν γλυτώσουν ἀπ’ τὸ ραβδί μου.
Ἂν πορευθεῖτε καὶ σεῖς κατὰ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, τότε ἡ κλωστὴ ποὺ σᾶς δένει θὰ κοπεῖ καὶ τὸ Γεωργίτσι θ’ ἀνασάνει ἐλεύθερο.
Ἀνάψατε ὅλα τὰ σβηστὰ καντήλια, ποὺ προσμένουν στὰ ἐξωκκλήσια καὶ στ’ ἀφανισμένα μοναστήρια.
Δράμετε ὅλοι στὴν Ἐκκλησία σας.
Μονιάσετε.
Κάμνετε δικό σας τὸν πόνο τοῦ διπλανοῦ σας καὶ ἀγρυπνήσατε στὸ προσκέφαλο τοῦ ἀρρώστου.
Ταΐστε τοὺς πεινασμένους, ποτίστε τοὺς διψασμένους.
Ντύσατε τοὺς γυμνούς.
Καὶ τὰ μάγια θὰ σκορπιστοῦν στοὺς τέσσερις ἀνέμους.
Μάγια θὰ πεῖ ἡ λειψὴ πίστη!
Οἱ μάγισσες δὲν μποροῦν νὰ βάλουν τὸ πόδι τους στὸν ἀγρὸ τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ μάγια μόνο στὰ ρημαγμένα καὶ παρατημένα χωράφια βλαστάνουν.
Κανένα μὴ φοβᾶστε, ἐφ’ ὅσον στὴν καρδιά σας βρίσκεται ὁ Χριστός.
Ἡ μάγισσα ἐν’ τῷ μεταξὺ ἔφυγε σὲ ἄλλα χωριὰ καὶ κρύφτηκε ἀπὸ τὸ φόβο της!
Άγιος Χριστοφόρος «ο Παπουλάκος» (κατά κόσμον Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος, Άρμπουνας Αχαΐας, 1770-1861).








