Η Αυτολογοκρισία είναι Ευθύνη, η Λογοκρισία είναι Εκτροπή (Άρθρο του Πολύδωρου Συρίγου)
Γράφει ο Πολύδωρος Συρίγος
Ο λόγος για τη λογοκρισία είναι πάντα επίκαιρος – ειδικά όταν, με την ευκολία της ρητορικής έξαρσης, συγχέεται με την αναγκαία κοινωνική και ηθική αυτοσυγκράτηση. Το κείμενο «Η λογοκρισία ως φόβος του φωτός» φίλου στο διαδίκτυο, επιλέγει να κινηθεί με δραματικό ύφος και ιστορικές αναφορές, θέλοντας να φωτίσει τον εκφοβισμό της γνώμης στις σύγχρονες κοινωνίες. Ωστόσο, στον δρόμο της υπεράσπισης της ελευθερίας του λόγου, πατάει επικίνδυνα σε ένα ολισθηρό μονοπάτι: τη γενίκευση.
Πότε η λογοκρισία είναι θεσμική εκτροπή;
Όταν η εξουσία –κρατική, θεσμική ή οικονομική– τιμωρεί ή φιμώνει έναν πολίτη για την άποψή του, τότε ναι, έχουμε λογοκρισία. Όταν η έκφραση γνώμης οδηγεί σε απόλυση, πειθαρχική δίωξη, κοινωνικό αποκλεισμό ή ποινικοποίηση, τότε δεν μιλάμε για διάλογο – αλλά για αυταρχισμό. Η πολιτική ιστορία είναι γεμάτη με τέτοια παραδείγματα. Από το Index Librorum Prohibitorum μέχρι τη Δικτατορία του ’67 στην Ελλάδα, οι προσπάθειες καταστολής της σκέψης είναι καταγεγραμμένες και καταδικασμένες στην ιστορική χλεύη.
Η λογοκρισία γίνεται εκτροπή, όχι επειδή διαφωνεί κάποιος με μια άποψη, αλλά όταν του αφαιρεί το δικαίωμα να την πει.
Και πότε οφείλει κανείς να αυτολογοκρίνεται;
Όταν γράφει ψευδώς. Όταν σκορπά ανεύθυνα φήμες. Όταν βαφτίζει κάθε του υποκειμενική ερμηνεία «αλήθεια». Όταν κρύβει πίσω από τη «γνωμούλα» του εμπάθεια, παραπληροφόρηση ή προσωπικά συμφέροντα. Η αυτολογοκρισία δεν είναι φίμωση – είναι ηθική ωριμότητα. Όποιος γράφει δημόσια, φέρει ευθύνη. Ο λόγος του δεν είναι άσφαιρο παιχνίδι. Είναι πράξη που έχει επιπτώσεις. Γι’ αυτό και οφείλει να σκέφτεται πριν μιλήσει, να διασταυρώνει πριν καταγγείλει, να σέβεται πριν στιγματίσει.
Αλλιώς, δεν κάνει χρήση ελευθερίας λόγου – κάνει κατάχρηση.
Δεν είναι όλες οι σιωπές αποτέλεσμα εκφοβισμού
Όχι, δεν είναι κάθε σιωπή προϊόν καταπίεσης. Ούτε κάθε “like” που δεν πατήθηκε σημαίνει λογοκρισία. Υπάρχουν άνθρωποι που επιλέγουν να μην μιλούν γιατί κατανοούν την ευθύνη του δημόσιου λόγου. Γιατί δεν θέλουν να γίνουν μέρος ενός κύκλου λάσπης, αφορισμών και εντυπωσιασμού. Δεν είναι δειλοί – είναι σκεπτόμενοι.
Και υπάρχουν και άλλοι που φωνάζουν χωρίς να διώκονται, όχι γιατί το σύστημα τους φιμώνει, αλλά γιατί κανείς δεν τους παίρνει πια στα σοβαρά. Η φωνή τους έχει χάσει την αξιοπιστία της, όχι γιατί τους φίμωσε η εξουσία, αλλά γιατί οι ίδιοι την ευτέλισαν με τον τρόπο που την άσκησαν.
Η ελευθερία του λόγου δεν είναι άδεια για αυθαιρεσία
Δεν είναι δημοκρατία όταν όλοι φωνάζουν – είναι φασαρία. Δημοκρατία είναι όταν ο λόγος έχει όρια, όχι για να κατασταλεί, αλλά για να είναι υπεύθυνος, ακριβής και ανθρώπινος.
Ούτε οι τοπικοί άρχοντες, ούτε οι «παράγοντες», ούτε τα «τηλέφωνα» δικαιούνται να εκφοβίζουν ή να υπαγορεύουν συνειδήσεις. Όμως κι όσοι γράφουν, δεν μπορούν να οχυρώνονται πίσω από το προνόμιο της ελευθερίας και να απαιτούν από όλους σιωπηλή αποδοχή, όταν τα γραφόμενά τους είναι ανακριβή, κακοπροαίρετα ή διχαστικά.
Αν ο φόβος γεννά σιωπή, η αυθαιρεσία γεννά απαξίωση.
Το φως δεν είναι άλλοθι
Η λογοκρισία, πράγματι, φοβάται το φως. Όμως και η παραπληροφόρηση το διεκδικεί, αδίστακτα. Το να υπερασπίζεσαι το δικαίωμα της έκφρασης δεν σημαίνει να δίνεις άφεση αμαρτιών σε κάθε πληκτρολόγιο που γράφει ασύδοτα. Σημαίνει να ζητάς –και να εφαρμόζεις– την ίδια ακεραιότητα που απαιτείς από την εξουσία.
Και τελικά, πιο επικίνδυνη από τη λογοκρισία είναι η πλήρης απουσία κριτηρίων. Γιατί τότε ο δημόσιος λόγος δεν φωτίζει – τυφλώνει.
Υπογραφή:
Ένας πολίτης που πιστεύει στην ελευθερία του λόγου, αλλά όχι στην ασυδοσία








