ΝΙΚΗ-Αναστάσιος Οικονομόπουλος:Εργασιακό Νομοσχέδιο: «Κυβερνητικά ψέματα & μισές αλήθειες» (Video)
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή για το νέο εργασιακό νομοσχέδιο, ο βουλευτής Α’ Ανατολικής Αττικής του Δημοκρατικού Πατριωτικού Κινήματος ΝΙΚΗ, Αναστάσιος Οικονομόπουλος, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση κατά της κυβέρνησης, κατηγορώντας την για «ψέματα και μισές αλήθειες» σχετικά με τις επιπτώσεις των νέων ρυθμίσεων.
«Το νομοσχέδιο πλήττει τα δικαιώματα των εργαζομένων»
Στη δευτερολογία του, ο κ. Οικονομόπουλος τόνισε πως το νέο πλαίσιο «αποδυναμώνει τα εργασιακά δικαιώματα και αγνοεί θεσμικούς φορείς όπως η ΓΣΕΕ, ο ΔΟΕ και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου».
Ο βουλευτής κατήγγειλε την εισαγωγή του δεκατριάωρου, τη διάσπαση των αδειών και τα σπαστά ωράρια, επισημαίνοντας ότι οι ρυθμίσεις αυτές «ανοίγουν τον δρόμο σε εξαντλητικά ωράρια χωρίς πραγματική προστασία της υγείας και της οικογενειακής ζωής».
«Η κυβέρνηση αγνοεί επιστημονικές και κοινωνικές προειδοποιήσεις»
Σύμφωνα με τον ίδιο, το νομοσχέδιο «παραμελεί συστηματικά τις επιστημονικές και κοινωνικές επισημάνσεις για τις συνέπειες της υπερεργασίας» και «επιτρέπει να παρακάμπτονται βασικοί κανόνες υγείας και ασφάλειας».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη διάταξη που επιτρέπει σε εργοδότες χωρίς σχετική κατάρτιση να εκτελούν χρέη τεχνικού ασφαλείας, χαρακτηρίζοντάς την «επικίνδυνη και αντιεπιστημονική».
Κατηγορίες για διαστρέβλωση της πραγματικότητας
Ο κ. Οικονομόπουλος κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι διαστρεβλώνει τα στοιχεία σχετικά με την ανεργία, τις υπερωρίες και τα έσοδα του ΕΦΚΑ, «παρουσιάζοντας μια ψευδή εικόνα ανάπτυξης και εργασιακής ευημερίας».
Όπως ανέφερε, «οι ρυθμίσεις δεν υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο, αλλά εξυπηρετούν αποκλειστικά τα συμφέροντα των εργοδοτών», υπογραμμίζοντας ότι «η αγορά εργασίας χρειάζεται ισορροπία και δικαιοσύνη, όχι περαιτέρω απορρύθμιση».
Κάλεσμα υπέρ των συλλογικών συμβάσεων
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο βουλευτής της ΝΙΚΗΣ κάλεσε την κυβέρνηση να στηρίξει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τονίζοντας πως αποτελούν «θεμελιώδη μηχανισμό κοινωνικής δικαιοσύνης και εγγύηση ισορροπίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων».
«Η Ελλάδα χρειάζεται μια πολιτική που θα στηρίζει τον εργαζόμενο και θα ενισχύει τον κοινωνικό διάλογο, όχι μια που θα υπονομεύει το ίδιο το δικαίωμα στην αξιοπρεπή εργασία», κατέληξε.








