Αγιος Γέροντας Ιωσήφ Ησυχαστής:«Περιστατικό με νηστεία & Προσευχή περί Ζηλωτών Παλαιοημερολογιτών το Ανάγνωσμα»
“ΠΕΡΙ ΖΗΛΩΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ”
Τὴν ἐγκύκλιο τὴν διάβασα ἐγώ, διότι ὁ γέροντας οὔτε νὰ τὴ διαβάσει δὲν δέχτηκε, καὶ ἂς ἦταν καὶ ζηλωτής!
Μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔγραφε καὶ τὰ ἀκόλουθα:
«ὅτι τὰ ὑπὸ τῶν Νεοημερολογιτῶν τελούμενα Μυστήρια, ὡς σχισματικῶν ὄντων τούτων, στεροῦνται τῆς Ἁγιαστικῆς χάριτος.
Ὠσαῦτος οὐδένα Νεοημερολογίτην δέον νὰ δέχεσθε εἰς τοὺς Κόλπους τῆς καθ’ ἠμᾶς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας καὶ κατὰ συνέπειαν νὰ ἐξυπηρετεῖτε τοῦτον, ἄνευ προηγούμενης ὁμολογίας δὶ’ ἢς νὰ καταδικάζη οὗτος τὴν καινοτομίαν τῶν Νεοημερολογιτῶν καὶ νὰ κηρύσση τὴν Ἐκκλησίαν τούτων σχισματικήν. Προκειμένου δὲ περὶ βαπτισθέντων ὑπὸ τῶν καινοτόμων νὰ Μυρώνωνται διὰ Ἁγίου Μύρου ὀρθοδόξου προελεύσεως, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται ἐν ἀφθονία παρ’ ἠμίν…»
. . . Ὅταν τὰ διάβασα αὐτὰ μὲ ἔπιασε ἀνατριχίλα. Θεώρησα αὐτὸν ποὺ ἔγραψε τὴν ἐγκύκλιο ὅτι ἦταν δήμιος.
Οἱ παλαιοημερολογίτες ἀπεκήρυξαν ὄχι ἕναν ἢ δύο ἐπισκόπους, ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία οὔτε πρὸς στιγμὴν δὲν ἔπαυσεν νὰ ἔχει κανονικὲς σχέσεις μὲ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Μόλις, λοιπόν, ἀνέγνωσα τὴν ἐγκύκλιο, ἦταν νύχτα καὶ τελείωνε ἀπὸ τὴν ἀγρυπνία του ὁ Γέροντας, πῆγα καὶ τοῦ εἶπα: …
– Γέροντα, ἡ ἐγκύκλιος γράφει αὐτὰ κι αὐτά.
– Τέρμα!
Ἀποχωροῦμε! Αὐτοὶ ἔπεσαν ἔξω.
Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ αὐτή. Θὰ πρέπει νὰ γυρίσουμε μὲ τὰ μοναστήρια.
Ἀλλὰ θὰ κάνουμε προσευχὴ πρῶτα νὰ δοῦμε τί ὁ Θεὸς θὰ μᾶς πεῖ.
Παιδιά, προσευχή!
Προσευχὴ πατέρες, νὰ μᾶς ἀποκαλύψει ὁ Θεός, νὰ μὴν κάνουμε λάθος.
Ὅ,τι μᾶς ἀποκαλύψει ὁ Θεὸς θὰ ἀποδεχθοῦμε.
Ὁ Γέροντας δὲν εἶχε πανεπιστημιακὸ πτυχίο διανοητικῆς θεολογίας.
Ἦταν ὅμως πραγματικὰ θεοδίδακτος καὶ ὡς θεοπτης ἦταν κάτοχός τῆς πραγματικῆς θεολογίας.
Ποτέ μοῦ δὲν τὸν θυμᾶμαι νὰ ἐνήργησε χωρὶς νὰ ἔχει πληροφορία.
Σ’ αὐτὸ τὸ σημαντικώτατο ζήτημα μᾶς ἔβαλε ὅλους μᾶς καὶ κάναμε τριήμερο νηστεία καὶ προσευχή.
Γιὰ τρεῖς μέρες δὲν φάγαμε τίποτε, μόνο νεράκι ἠπίαμε.
Τὴν τρίτη μέρα κλείστηκε ὁ Γέροντας μέσα στὴν καλύβα του ὅλη τὴ νύκτα κάνοντας δακρύβρεχτη ἰκευτικὴ προσευχή, κι ἐμεῖς ἀπ’ ἔξω τὸν περιμέναμε σὰν τὸν Μωυσῆ νὰ βγεῖ καὶ νὰ μᾶς πεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς «συνόδου».
Μετὰ τὴν προσευχὴ φαίνεται θὰ εἶδε ἀποκαλυπτικὴ ὀπτασία καὶ βγαίνοντας μᾶς λέει:
– Ὅσοι πιστοί!
Πατέρες, τέρμα. Ἡ πληροφορία εἶναι νὰ προχωρήσουμε μὲ τὰ μοναστήρια κι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια!
Οἱ ζηλωταὶ εἶναι πλανεμένοι!
Ἦταν πράγματι μεγάλη καὶ ἀπότομη ἡ στροφὴ τοῦ Γέροντος, διότι ἦταν ζηλωτὴς καὶ μάλιστα αὐστηρός.
Μέχρι τότε ἤμασταν ὅλοι ζηλωτές: Ὁ Γέρο-Ἀρσένιος, ὁ πατὴρ Ἰωσὴφ ὁ νεώτερος, ἐγώ, ὁ παπὰ-Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ Γέρο-Νικηφόρος καὶ ἄλλοι…
Μία τόσο, λοιπόν, ἀπότομη μεταστροφὴ τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ στάθηκε «κεραυνὸς ἐν αἰθρία».
Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Γέροντας οὐδέποτε ὑπῆρξε φανατικὸς καὶ οὐδέποτε ἀκολούθησε κάτι μὲ ἐμπάθεια, κατάλαβε ἀμέσως πὼς ἐκεῖνο ποὺ μᾶς ἔλεγε εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ Ὀρθοδοξία.
– Γέροντα, τί εἶδες;
– Δὲν θὰ σᾶς τὸ πῶ. Τὸ θέμα τελείωσε. Θὰ προχωρήσουμε μὲ τὰ μοναστήρια καὶ θὰ μνημονεύσουμε τὸν Πατριάρχη. [σήμ.ἐγκόλπιου: τὸ 1950 Πατριάρχης ἦταν ὁ Ἀθηναγόρας]
Πετάγεται ὁ πατὴρ Ἀθανάσιος.
-Ἐγὼ δὲν μνημονεύω τὸν Πατριάρχη. Εἶναι αἱρετικός!
Ὁ Γέρο-Ἀρσένιος, πῆγε πίσω ἀπὸ τὸν γέροντα καὶ τοῦ λέει:
– Γέροντα, πολλοὶ πλανήθηκαν ἀκόμα καὶ μεγάλοι Ἅγιοι.
– Πάτερ Ἀρσένιε, αὐτὸς ὁ δρόμος πάει πρὸς τὰ ἐδῶ καὶ ὁ ἄλλος πάει πρὸς τὰ ἐκεῖ, ὅποιον θέλεις διάλεξε ἢ θὰ πειθαρχήσεις ἢ θὰ πάρεις τὸν δρόμο σου.
Ἐγὼ θὰ ἀκολουθήσω τὰ μοναστήρια.
-Γέροντα ἐγὼ δυσκολεύομαι.
-Πάτερ Ἀρσένιε ἕνα καὶ ἕνα κάνουν δύο πάρε δρόμο καὶ φύγε!
Ἀμέσως ὅλοι κοκαλώσαμε.
Μόλις ἄκουσε ἔτσι ὁ π. Ἀρσένιος λέει στὸν γέροντα:
Εὐλόγησον! Εὐλόγησον!
Γέρων Εφραίμ ο Αριζονιτης+